Τι ισχύει σε μικρές ηλικίες και ιδιαίτερα στα παιδιά
Τις τελευταίες δεκαετίες έχει παρατηρηθεί ταυτόχρονη αύξηση της συχνότητας ατοπικών – αλλεργικών και αυτοάνοσων διαταραχών – ιδιαίτερα στον παιδιατρικό πληθυσμό.
Οι διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος μπορεί να κυμαίνονται από αλλεργικές παθήσεις, όπως ο εποχικός αλλεργικός πυρετός και οι τροφικές αλλεργίες έως πολύπλοκες ανοσολογικές διαταραχές που προκαλούν ανοσοανεπάρκεια και αυτοανοσία.
Οι αυτοάνοσες διαταραχές και οι αλλεργικές ασθένειες χαρακτηρίζονται από μια ανοσολογική απορρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος.
Από ανοσολογική άποψη, έχει προταθεί ότι αυτές οι καταστάσεις συνδυάζονται – σε μεγάλο βαθμό με ανόμοιους μηχανισμούς, με αυτοάνοσες διαταραχές και αλλεργικές ασθένειες που προκαλούνται κυρίως από μια κυτταρική ανοσολογική απόκριση και διέγερση των Τ-Λεμφοκυττάρων.
Ειδικότερα η διέγερση αφορά συγκεκριμένους υπο-πληθυσμούς των T-Λεμφοκυττάρων: βοηθητικά λεμφοκύτταρα Th1 (αυτοάνοσες διαταραχές) και Th2 (αλλεργικές ασθένειες). Και οι δύο αυτοί υποπληθυσμοί εμφανίζονται ως συνέπεια μιας πολύπλοκης αλληλεπίδρασης μεταξύ πολλαπλών γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων με άλλες πιθανές μεταβλητές, άγνωστες μέχρι τώρα.
Παρόμοια γονίδια και άλλοι μηχανισμοί, όπως η βλάβη του επιθηλιακού φραγμού, η δυσβίωση της μικροχλωρίδας του εντέρου και ο μειωμένος αριθμός T-ρυθμιστικών Λεμφοκυττάρων (Τ-regs) και IL-10 συμβάλλουν στην εμφάνιση αλλεργίας και αυτοανοσίας.
Πρόσφατες μελέτες έχουν επίσης τονίσει την επίδραση της διατροφής στη σύνθεση της μικροχλωρίδας του εντέρου και τη σύνδεση με ανοσολογικές οδούς. Η ανεπαρκής πρόσληψη «υγιεινών τροφών» στις δυτικές διατροφικές συνήθειες επηρεάζει αρνητικά την παραγωγή βακτηριακών μεταβολιτών που είναι ζωτικής σημασίας για τη ρύθμιση της φλεγμονώδους απόκρισης. Επιπλέον, η κατανάλωση επεξεργασμένων τροφίμων που περιέχουν πρόσθετα και συντηρητικά αυξάνει τη διαπερατότητα του εντέρου σε αλλεργιογόνα και παθογόνα.
Οι δυτικές χώρες έχουν βρεθεί αντιμέτωπες με μια «επιδημία αλλεργίας» τις τελευταίες τρεις έως τέσσερις δεκαετίες, με αποτέλεσμα την πολύ υψηλή επιβάρυνση της αλλεργικής ρινίτιδας, της αλλεργικής επιπεφυκίτιδας, του ατοπικού εκζέματος και του άσθματος, που είναι περισσότερο έκδηλη στα παιδιά.
Είναι ενδιαφέρον ότι υπήρξε παράλληλη αύξηση στα ποσοστά επίπτωσης πολλών αυτοάνοσων διαταραχών, συμπεριλαμβανομένης της σκλήρυνσης κατά πλάκας, της φλεγμονώδους νόσου του εντέρου, της ρευματοειδούς αρθρίτιδας και του συστηματικού ερυθηματώδους λύκου (ΣΕΛ), κατά την ίδια περίοδο. Η υπόθεση της βιολογικής αληθοφάνειας και αιτιότητας έχει συνδέσει αυτές τις παρατηρήσεις με την πιθανή εμπλοκή κοινών παραγόντων όπως μόλυνση, γενετικές εστίες, περιβαλλοντικοί παράγοντες, μειωμένη βιοποικιλότητα.
Επιπλέον, υπάρχουν ορισμένες αναδυόμενες ενδείξεις σχετικά με αυξημένο κίνδυνο αυτοάνοσων διαταραχών όπως ο ΣΕΛ, η ρευματοειδής αρθρίτιδα, το σύνδρομο Sjögren, η σκλήρυνση κατά πλάκας, η κοιλιοκάκη και η βαριά μυασθένεια σε ασθενείς με αλλεργικές παθήσεις και αντίστροφα.
Υπάρχει με άλλα λόγια, συνύπαρξη αλλεργικών και αυτοάνοσων διαταραχών στον παιδιατρικό πληθυσμό, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία μίας εκτενούς πρόσφατης μελέτης.
Ο κύριος στόχος αυτής της μελέτης ήταν να ελεγχθεί η υπόθεση ότι μια υποκείμενη αλλεργική νόσος όπως η αλλεργική ρινίτιδα/επιπεφυκίτιδα (ARC), το ατοπικό έκζεμα ή το άσθμα ενισχύει τον κίνδυνο ανάπτυξης μιας αυτοάνοσης διαταραχής.
Είναι εύλογο ότι οι ασθενείς με συνυπάρχουσες αλλεργικές ασθένειες και αυτοάνοσες διαταραχές αντιπροσωπεύουν έναν ξεχωριστό φαινότυπο με συγκεκριμένο γενετικό καθοριστικό(ούς) παράγοντες.
Συσχέτιση μεταξύ αλλεργικών ασθενειών και αυτοάνοσων διαταραχών (εικόνα)
Κοινά ανοσολογικά μονοπάτια που μπορεί να υποστηρίξουν και τα δύο. Τα ευρήματα επιβεβαιώνουν ότι οι αλλεργικές και αυτοάνοσες ασθένειες συνδέονται συνήθως και οι κλινικοί γιατροί θα πρέπει επομένως να γνωρίζουν την πιθανή συνύπαρξη αυτών των καταστάσεων προκειμένου να βελτιωθεί η αντιμετώπιση της νόσου και η φροντίδα των ασθενών. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στη συσχέτιση μεταξύ ατοπικής δερματίτιδας ή άσθματος και κοιλιοκάκης ή διαβήτη τύπου 1 και αντίστροφα, για θεραπευτικές παρεμβάσεις.
Απαιτούνται περαιτέρω μελέτες για την καλύτερη αποσαφήνιση των μηχανισμών που εμπλέκονται στην παθογένεση και τελικά τον εντοπισμό νέων θεραπευτικών στρατηγικών.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ
Ο μακροπρόθεσμος κίνδυνος αυτοάνοσων διαταραχών είναι σημαντικά υψηλότερος σε ασθενείς με αλλεργικά νοσήματα.
Αλλεργικές ασθένειες και αυτοάνοσες διαταραχές συνυπάρχουν και εμφανίζουν ένα μοτίβο ομαδοποίησης που σχετίζεται με την ηλικία και το φύλο.